Ο θάνατος του Γιάννη Μπεχράκη, είναι πράγματι άσχημο νέο.
Το μόνο που σε «παρηγορεί» είναι ότι αυτοί οι άνθρωποι, μέσα από το έργο τους, δεν ξεχνιούνται.
Πόσο κρίμα, να έχεις περάσει αλώβητος μέσα από τόσες πολεμικές ζώνες & να νικηθείς από μία αρρώστια...
Το παρακάτω κείμενο από το «Πρώτο Πρόγραμμα» της ΕΡΤ.
Σιωπή.
Γι αυτή την είδηση, αυτο το νέο, αυτή την απώλεια.
Σιωπή όταν τα λόγια δεν αρκούν.
Χρεος ελάχιστο και επιθυμία να γράψεις έστω και λίγα που να στέκουν.
Ηταν ο πρώτος άνθρωπος και το πρώτο Τοπίο μιας σειρας από Τοπία Ανθρώπων που ακολούθησαν για το Πρώτο Πρόγραμμα.
Ηταν η αφορμή στην ιδέα για συνεντεύξεις με ανθρώπους σαν ένα ταξίδι με τα τοπία, τη ζωή και τη ματιά τους μέσα από αυτή για να δούμε τον κόσμο τους και τον κόσμο γύρω μας.
Απλός, ήρεμος, φτιαγμένος από Αντί-'Υλη δηλαδή το αντιθετο του επουσιώδους, του δευτερεύοντος.
Αυτός που ήξερε να διυλίζει την ουσία της ζωής και ήξερε τη διαφορά δευτερολέπτων που χώριζε τα πάντα από τον θάνατο.
Φτιαγμένος από σκόνη ανθρώπων, ώρα που νυχτώνει, ουρανό στα μάτια, βουτιά στον ωκεανό, κρύο πρωινού, γκρι πολέμου, σιωπή ουσίας και κατεβασμένο φακό από σεβασμό.
Η είδηση μες στη νύχτα δεν άφηνε αμφιβολία, αναβολή, μετάθεση, ελπίδα.
Ο,τι γλίτωσε από εσχατιές ύπαρξης, γης, ανθρώπων, από όλα τα σπουδαία που έζησε η ανθρωπότητα από τη δεκαετία του '80 ως σήμερα, το κατάφερε ο καρκίνος στα 58 του.
Θα πρόσθεσε ευκαιρίες, δυνατότητες, γλιτωμούς, διασώσεις, πιθανότητες και θα έκρινε ότι χαρίστηκε πολύ.
Αμίληκτος.
Θυμήθηκα τη Δημουλά : Όταν μιλάει η αταξία, η τάξη να σιωπαίνει. Έχει μεγάλη πείρα ο χαμός...
Ειρωνία! Δεν χωρούσε στην ευταξία του κόσμου, μέχρι που η αταξία τον πήρε μαζί της.
Θυμήθηκα και την Γιουρσενάρ : δεν ζω όπως ζουν, δεν αγαπώ όπως αγαπούν, δεν πιστεύω όπως πιστεύουν. Θα πεθάνω όπως πεθαίνουν.
Κάλυπτε και ταξίδευε, ζούσε και επιδίωκε το εξαιρετικό, το σπάνιο, το όριο, το ασύλληπτο σε βαρβαρότητα και συνάμα ανθρωπιά.
Το μοναδικό, το εκατοστό του δευτερολέπτου που αν δεν το προφτάσεις, έχασες κι ίσως χάθηκες κι εσύ.
Για αυτο ήταν σπουδαίος, όμορφος, ουσιαστικός. Γιατί πρόλαβε. Γιατί αγωνιούσε να προλάβει, να είναι εκεί, να δείξει. Ξανά και ξανά. Απόδειξη, σπάνιας ποιότητας.
Γιατί ήξερε τη μαγεία και την βαρβαρότητα των ανθρώπων.
Γιατί έζησε την κτηνωδία απο τον διαμελισμό της Γιουγκοσλαβίας και το να σκοτώνουν βρέφη, μέχρι το να τρώει την σφαίρα αντί για εκείνον ο φίλος και "αδελφός" του στην Σιέρα Λεόνε, ο Κερτ Σορκ, σε ενέδρα με αυτοκινητοπομπή. Τότε που γύρισε τον φακό στον ίδιο του τον εαυτό, πιστεύοντας ότι κατέγραφε τις τελευταίες του στιγμές εν ζωή.
Στην εκπομπή του αφιέρωσε το Brothers is Arms των Dire Straits, λέγοντας ότι ήταν Brothers in everything.
Τι τραγούδι να ήθελε να αφιερώσει στον εαυτό του;
Σκέφτομαι το Paint it black των Rolling Stones.
Ροκ .
Για μια ζωή σαν ροκ τραγούδι, σκληρό και ευαίσθητο, αργό και γρήγορο, δυνατό και ήρεμο, εφηβικό και ενήλικο.
Δεν ήξερε τι θα κάνει στη ζωή του όταν τέλειωσε το σχολείο, μας είχε πει τότε στην εκπομπή που κάναμε με την Σταματία.
"Μέχρι που είδα τη "Νικαράγουα" μια ταινία με τον Νικ Νόλτε φωτορεπόρτερ που κατέγραφε την ανατροπή του Σομόζα από τους Σαντινίστας και αποφάσισα ότι αυτό θέλω να γίνω", ειπε.
Και έγινε με το παραπάνω.
Από τους πολέμους στη Γιουγκοσλαβία, την Τσετσενία, το Αφγανιστάν, τον Περσικό Κόλπο, την κηδεία του Χομεϊνί με τα εκατομμύρια, μέχρι το προσφυγικό σήμερα, με ανάθεση στον ίδιο του Γραφείου Reuters στην Ελλάδα, τη Μεσόγειο, τη Μέση Ανατολή και την Κύπρο, τα βραβεία, το Pulitzer, διακρίσεις, καταξίωση.
Από την Σιέρα Λεόνε με τους ανήλικους αντάρτες να κρατούν χατζάρια, μέχρι τη λέμβο με τους πρόσφυγες να ταξιδεύει στο Αιγαίο απόγευμα και να ακολουθούν δελφίνια και τον πατέρα στη βροχή αγκαλιά με το παιδί του για το άγνωστο.
Ολη η ανθρωπότητα, όλη η ανθρωπιά, όλη η απανθρωπιά στα μάτια όσων φωτογράφιζε.
Σε αυτούς χρωστάω τα πάντα, μας είχε πει.
Στους ανθρώπους αυτούς που δέχτηκαν να τους φωτογραφίσω και έγινα ό,τι έγινα.
Σε ανθρώπους σαν τον Γιάννη Μπεχράκη χρωστάμε την ύπαρξή μας, την ιστορία μας, τη βεβαιότητα, τη μνήμη μας, την απόδειξη ότι τα πράγματα συνέβησαν τότε, έτσι, εκεί και όχι ποτέ, πουθενά ή αλλιώς.
Σε αυτή την εκδοχή που πρότεινε με τον φακό του με ό,τι έπρεπε να δούμε.
Σε αυτό το δευτερόλεπτο που έκανε πάντα τη διαφορά.
Στην επίγνωση ότι ζούμε στιγμές και την ευγνωμοσύνη για ό,τι "αυτονόητο" έχουμε.
Κλαίω που έφυγε τόσο νωρίς, τόσο άσχημα, τόσο όλα.
Κλαίω για τα σημερινά παιδιά που δεν τον ξέρουν και δεν θα τον μάθουν και γιατί η δημοσιογραφία, τα media, ο παγκόσμιος τύπος χάνει έναν σπουδαίο άνθρωπο, έναν υπέρμαχο ανθρωπίνων δικαιωμάτων, μια φωνή συνείδησης σε καιρούς άγριους, εκτός από έναν άριστο επαγγελματία.
Βαθιά λύπη και βαθιά υπόκλιση.
Sent from my iPhone using Tapatalk